σταλινισμός

σταλινισμός
ο, Ν
1. το σύνολο τών μαρξιστικών ερμηνειών και πολιτικών θεωριών που επεξεργάστηκε ο Στάλιν
2. η εσωτερική και ενδοκομματική πολιτική αντίληψη και μεθοδολογία που ακολουθήθηκε από τον Στάλιν και τους συνεργάτες του και που συνδέεται με ένα καθεστώς άσκησης ολοκληρωτικής εξουσίας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. Stalinism < Στάλιν + -ισμός*].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • σταλινισμός — ο 1. η εποχή διακυβέρνησης της ΕΣΣΔ από τον Ιωσήφ Στάλιν. 2. το να ασπάζεται κανείς τα ιδεώδη του Στάλιν …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Ελλάδα - Φιλοσοφία και Σκέψη — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Η φιλοσοφία ως κατανοητικός λόγος Όταν κανείς δοκιμάζει να προσεγγίσει την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, πρωτίστως έρχεται αντιμέτωπος με το ερώτημα για τη γένεσή της. Πράγματι, η νέα ποιότητα των φιλοσοφικών θεωρήσεων της… …   Dictionary of Greek

  • Κλάρας, Μπάμπης — (Λαμία 1910 – 1987). Δημοσιογράφος και λογοτέχνης. Ήταν αδελφός του Θανάση Κλάρα (Άρη Βελουχιώτη, βλ. λ.). Σπούδασε νομικά και πολιτικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Σταδιοδρόμησε ως δημοσιογράφος, συνεργαζόμενος με διάφορες εφημερίδες και… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”